Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αντιπραγματισμός
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αντιπραγματισμός ο [andipraγmatizmós] Ο17 : (οικον.) αγοραπωλησία που γίνεται με άμεση ανταλλαγή των αγαθών (προϊόντων ή υπηρεσιών), χωρίς τη χρησιμοποίηση χρήματος.

[λόγ. αντι- + πραγματ- (πράγμα) -ισμός]

[Λεξικό Γεωργακά]
αντιπραγματισμός [andipraγmatizmós] ο, (L)
  • ① econ barter:
    • παντού επικρατούσε το σύστημα του αντιπραγματισμού |
    • οι συναλλαγές βασίζονταν στην ανταλλαγή πράγματος με πράγμα (Angelop)
  • ② philos antipragmatism (syn αντιρεαλισμός)

[cpd w. πραγματισμός]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go