Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αντιαεροπειρατικός -ή -ό
1 item total
[Λεξικό Γεωργακά]
αντιαεροπειρατικός, -ή, -ό [andiaeropiratikós] (L)
  • against air piracy:
    • αντιαεροπειρατική συμφωνία μεταξύ κρατών

[cpd w. αεροπειρατικός]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go