Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αντεπαναστάτης
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αντεπαναστάτης ο [andepanastátis] Ο10 θηλ. αντεπαναστάτρια [andepanastátria] Ο27 : εχθρός, αντίπαλος μιας επανάστασης, επαναστατικού καθεστώτος ή επαναστατικής ιδεολογίας.

[λόγ. αντ(ι)- + επαναστάτης μτφρδ. γαλλ. contre-révolutionnaire· λόγ. αντεπαναστά(της) -τρια]

[Λεξικό Γεωργακά]
αντεπαναστάτης [andepanastátis] ο, (L)
  • counter-revolutionary, counter-revolutionist (ant επαναστάτης):
    • υπάρχουν ακόμα απομεινάρια από τους αντεπαναστάτες στην Kίνα (EKazantz, transl of Chou-en-Lai) |
    • η Aντάντ όπλισε τους διάφορους τυχοδιώκτες αντεπαναστάτες εναντίον των Σοβιέτ (Evelpidis, adapted) |
    • o Λούθηρος ξαναφόρεσε το σχήμα του μοναχού (1522) και άρχισε ν' αντιμετωπίζει τις ακρότητες· .. ο επαναστάτης έγινε τώρα ~ (Kanellop, adapted)

[fr kath αντεπαναστάτης (neol Koumanoudis), cpd w. kath επαναστάτης (neol Koumanoudis)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες