Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ανομοιότητα
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ανομοιότητα η [anomiótita] Ο28 : η ιδιότητα του ανόμοιου, η σχέση των ανόμοιων πραγμάτων, η έλλειψη ομοιότητας.

[λόγ. < αρχ. ἀνομοιότης, αιτ. -ητα]

[Λεξικό Γεωργακά]
ανομοιότητα [anomiótita] η, L)
  • ① lack of similarity, dissimilarity, unlikeness (syn διαφορά μορφής, ant ομοιότητα):
    • μιλάμε αδιάκοπα για την ομοιότητα και την ~όλων όσα κρίνομε (Theodorakop)
  • ② disparateness, disparity, difference (syn διαφορά):
    • ~ηλικίας disparity in age |
    • η ~ των κατηγορικών σχημάτων (Papanoutsos) |
    • ουσιαστική ~ των φαινομενικώς ομοίων (id.) |
    • η ~ στον προγραμματισμό των δυο συντρόφων (Kαζαντζάκη και Iστράτι) καθρέφτιζε μια βαθύτερη διαφορά (Prevelakis) |
    • βασική ~ ανάμεσα στους δύο νόστους (sc του Mενελάου και του Oδυσσέα) (Maronitis) |
    • στην ιστορία παρατηρούμε τις μεγάλες ανομοιότητες των εποχών, των ομάδων και των ατόμων (Evelpidis) |
    • αντίκρυ στην τροπική ευφορία της Kέρκυρας απλώνεται η στειρότητα της Aλβανίας ..· ποτέ απόσταση τόσο μικρή δε χώρισε ανομοιότητες τόσο μεγάλες (Ouranis) |
    • στη λυρική τριλογία (Φοινικιά, Eκατό φωνές και Aσκραίος) το ένα διαδέχεται το άλλο και με όλη τους την εξωτερικήν ~ σε μια συμφωνική εξέλιξη, που μόνο η ανάλυση θα μπορούσε να το δείξει (Palam)

[fr kath ανομοιότης ← ByzG ανομοιότης (5th c. AD) ← K, AG]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go