Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ανοικοδόμηση
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ανοικοδόμηση η [anikoδómisi] Ο33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του ανοικοδομώ: H ~ των βομβαρδισμένων κτιρίων. H ~ ενός νέου ναού. H ~ μιας περιοχής.

[λόγ. < αρχ. ἀνοικοδόμη(σις) -ση]

[Λεξικό Γεωργακά]
ανοικοδόμηση [aniko∂ómisi] η, gen ανοικοδόμησης & ανοικοδομήσεως, pl ανοικοδομήσεις (L)
  • ① rebuilding, reconstruction (syn ξαναχτίσιμο):
    • υπουργείο ανοικοδομήσεως |
    • ριζική ~ |
    • ~ των κατεστραμμένων πατρίδων |
    • ~ της χώρας, του τόπου, της Eλλάδας, της περιοχής |
    • τεχνοοικονομική ~ μιας χώρας |
    • ~ των ερειπίων που άφησαν οι κατακτητές |
    • ~ των πόλεων, της Kορίνθου μετά τους σεισμούς του 1929 |
    • ~ του ιερού, του ναού, των αγίων κτισμάτων, της μονής
  • ② building, erection, construction (syn οικοδόμηση, χτίσιμο):
    • τις δύο καταστροφές από πυρκαϊά τις διαδέχθηκαν ανοικοδομήσεις |
    • με χρηματική ενίσχυση και ατέλεια στα υλικά οικοδομήσεως για είκοσι χρόνια προωθήθηκε η ~ της νέας πόλεως (Varelas, adapted) |
    • άρχισε ~ σε δασικές εκτάσεις που κάηκαν |
    • κομμάτια του αναγλύφου χρησιμοποιήθηκαν για δομικό υλικό στην ~ του σπιτιού (Bakalakis) |
    • τέλειωσε η ~ της Aγιάς Σοφιάς επί Iουστινιανού (Ouranis) |
    • έγινε ~ του υπόλοιπου ναού |
    • η ~ του Περίκλειου Παρθενώνα (Miliadis)
  • ③ fig shaping, formation (syn διαμόρφωση):
    • η στομφώδης ~ του περιβάλλοντος |
    • οι άνθρωποι δημιούργησαν την ουχρονία (όρο του Pενουβιέ) για να προσδιορίσουν την ~ της ιστορίας (Evelpidis) |
    • ο Παλαμάς γίνεται κήρυκας και προφήτης ενός νέου Eικοσιένα, εσωτερικού και εξωτερικού, μιας ριζικής ανοικοδόμησης της Eλλάδος (Theotokas) |
    • πρέπει να συμβάλομε και εμείς, καθένας με τις δυνάμεις του, στην ~ του μέσα μας κόσμου (Tsatsos) |
    • μαθαίνουμε ότι άρχισε και η ψυχική και η ηθική ανασυγκρότηση, η πνευματική ~ (Charis)

[fr MG ανοικοδόμησις (7th c.), der of ανοικοδομώ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες