Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ανθρωποαναστέναγμα
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
ανθρωποαναστέναγμα το.
  • Aναστεναγμός:
    • Θέλεις ακούειν … της κακοδυστυχίας ανθρωποαναστενάγματα (Λόγ. παρηγ. L 148).

[<ουσ. άνθρωπος + αναστέναγμα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες