Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ανθοβολία
4 items total [1 - 4]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ανθοβολία η [anθovolía] Ο25 : η πτώση, η απόρριψη των ανθέων στα φυτά· ανθόρροια.

[λόγ. ανθοβολ(ώ)3 -ία]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ανθοβολιά η [anθovolá] Ο24 : (λογοτ.) έντονη, διάχυτη μυρωδιά λουλουδιών: Ο κήπος ευωδίαζε από την ~ των λουλουδιών.

[λόγ. ανθοβο λ(ώ) -ιά]

[Λεξικό Γεωργακά]
ανθοβολία [anθovolía] η, (L) bot
  • shedding of blossoms

[fr kath (neol, Koumanoudis) ανθοβολία, der of *ανθοβόλος; cf parallel φυλλοβολία]

[Λεξικό Γεωργακά]
ανθοβολιά [anθovoljá] η, (D) & poet = άνθιση 1
:
  • ο πεύκος όλο πρόσεχε της ροδιάς την τόσο φουντωμένη ~ (Vlachogiannis) |
  • poem .. σε τέτοια γη που τέτοιον αίμα βρέχει | ποτέ ο βλαστός της προκοπής ~ δεν έχει (Palam)

[fr ανθοβολία]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go