Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ανθοβολή
4 εγγραφές [1 - 4]
[Λεξικό Γεωργακά]
ανθοβολή [anθovolí] η, (L)
  • ① = άνθιση 1:
    • απ' των τάφων την αδρόσιστη νυχτιά πλούσια ξεπετιέται ~, σοδειά καινούρια από τριαντάφυλλα (Vlachogiannis) |
    • έκανε να προχωρήσει και μια ρουκέτα τινάχτηκε, μια φωτεινή ~ στυλώθηκε μέσα στη νύχτα (LAkritas) |
    • poem ολόλαμπρη, ανθοστόλιστη, | απ' την ~ (Solom)
  • ② fig = άνθιση 2b:
    • ο Σολωμός βρισκότανε σε θέση να διδάξει την πρώτη και μεγάλη γλωσσική εντολή, από την οποία κρέμουνται οι νόμοι και οι προφήτες της εκφραστικής ανθοβολής ή του μαραζώματος κάθε τόπου (ZLorentzatos)

[fr ανθοβολή, new formation for ανθοβολία]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ανθοβόλημα το [anθovólima] Ο49 : (λογοτ.) η άνθηση, το λουλούδισμα.

[λόγ. ανθοβολη- (ανθοβολώ) -μα]

[Λεξικό Γεωργακά]
ανθοβόλημα [anθovólima] το, (L)
  • ① = άνθιση 1:
    • το λευκό ~ της ερημικής αμμουδιάς (Panagiotop) |
    • poem μη μου αφαιρείτε τη χαρά από το χιονάτο ~ των ταπεινών αυτών θάμνων (Pavleas) |
    • μ' ολόχρονο ~ σμιχτά στα χώματά σου | την παπαρούνα, τον πανσέ, τον κρίνο ολάκριβό μας (Michalaros)
  • ② = άνθιση 2b:
    • κατά τον H. το όνειρο έχει σβήσει με το σβήσιμο του κλασικού ανθοβολήματος (Papatsonis)

[fr kath (neol, Koumanoudis) ανθοβόλημα, der of MG, K ἀνθοβολῶ; cf MG λιθο-, πετρο-, φωτοβόλημα etc]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ανθοβόληση η [anθovólisi] Ο33 : (λογοτ.) η άνθηση.

[λόγ. < ελνστ. ἀνθοβόλη(σις) -ση]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες