Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ανεμοβρόχι
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Γεωργακά]
ανεμοβρόχι [anemovróCi] το, region. (Cycl) = ανεμοβροχή η
:
  • ο αέρας γύρισε σ' ~ |
  • κάθε χρόνο αυτόν τον καιρό δίνουν και παίρνουν τ' ανεμοβρόχια |
  • οι κολόνες του κάβου περίμεναν το τελευταίο ~ που θα τις ρίξει χάμω (KPolitis) |
  • κ' έξαφνα έπιασε ~ κ' η θάλασσα εμουγκάτο κ' εδερνόταν (Petsalis) |
  • σ' είδα που 'τρεχες μες στ' ~ να φυλαχτείς (Sardelis) |
  • song δεν με φοβίσαν κύματα, χιόνια κι ανεμοβρόχια (IPetrop)

[cpd of άνεμος & βροχή]

[Λεξικό Κριαρά]
ανεμοβρόχιν το.
  • Αέρας και βροχή:
    • σήμερον άνεμον προβλέπω, μάλλον και ανεμοβρόχιν (Ημερολ. 45).

[<ουσ. άνεμος + βροχή. Η λ. και σήμ. ιδιωμ. (ι, ΙΛ, λ. ανεμόβροχο)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go