Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αναλόγως
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Κριαρά]
αναλόγως, επίρρ.
  • Mε τρόπο ανάλογο, κανονικά:
    • (Λίβ. Esc. 424).

[μτγν. επίθ. αναλόγως. H λ. και σήμ.]

[Λεξικό Γεωργακά]
αναλόγως [analóγos] adv (L) = ανάλογα
:
  • ~ τη διάθεσή του, ο καθένας διασκεδάζει ή αγανακτεί (Christidis AK) |
  • ό,τι απομένει .. μοιράζεται στους εταίρους ~ το μερίδιο που έχει ο καθένας στα κέρδη (ib) |
  • ο σκηνοθέτης πρέπει να δημιουργεί ~ του έργου (Athanasiadis-N) |
  • ο τάφος όλος θα 'ναι μονάχα χώμα ξερό, ή λάσπη, ~ τον καιρό (Papatsonis) |
  • phr ~ των περιστάσεων
  • as the case may be

[fr MG αναλόγως ← K, PatrG ἀναλόγως ← AG]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go