Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αναλυτά
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αναλυτά [analitá] adv
  • slackly, loosely (syn χαλαρά, ant σφιχτά):
    • δένω τη ζώνη ~ |
    • τυλίγω την κλωστή ~

[der of αναλυτός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες