Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ανακτοβούλιο
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ανακτοβούλιο το [anaktovúlio] Ο40 : 1.το συμβούλιο του βασιλιά, σε περίοδο απόλυτης μοναρχίας: Ο Mαυροκορδάτος είχε ζητήσει την κατάργηση του βαυαρικού ανακτοβουλίου. 2. το γραφείο όπου συνεδρίαζαν οι σύμβουλοι του βασιλιά.

[λόγ. ανακτ- (δες άναξ) -ο- + βουλ(ή) -ιον μτφρδ. γαλλ. conseil du roi]

[Λεξικό Γεωργακά]
ανακτοβούλιο [anaktovúlio] το, (L)
  • privy council:
    • το ~ της Aυστρίας |
    • ζούσαμε στον αιώνα της πολιτικής των ανακτοβουλίων |
    • στο συνέδριο κυριαρχεί η απολυταρχία των Mεγάλων Aνακτοβουλίων (Petsalis-D) |
    • έκαναν διαβήματα στ' ανακτοβούλια της Eυρώπης |
    • ο Mαυροκορδάτος .. έβαλε τον όρο να καταργηθεί το βαυαρικό ~ του βασιλέως (1841) (Papantoniou)

[fr kath ανακτοβούλιον, neol, cpd of άναξ & -βούλιον as in συμβούλιον, κοινοβούλιον etc]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες