Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ανακατανομή
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ανακατανομή η [anakatanomí] Ο29 : η ενέργεια του ανακατανέμω: ~ φόρου εισοδήματος. Θα γίνει ~ του προσωπικού στις υπηρεσίες του υπουργείου.

[λόγ. ανα- κατανομή μτφρδ. γαλλ. redistribution]

[Λεξικό Γεωργακά]
ανακατανομή [anakatanomí] η, gen ανακατανομής, pl ανακατανομές (L)
  • redistribution, reapportionment (near-syn αναδιανομή):
    • η ~ του πληθυσμού, των ρόλων των δύο φύλων |
    • η ~ των θέσεων επιμελητών και βοηθών
  • ⓐ econ & account. redistribution:
    • η ~ του εθνικού εισοδήματος, της εγγείου ιδιοκτησίας, του εσωτερικού πλούτου, των δαπανών |
    • η γενική ~ του φόρου στα πετρελαιοκίνητα αυτοκίνητα

[neol, cpd of ανα- & kath κατανομή (Koumanoudis) ← K (pap) κατανομή]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες