Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ανακατάταξη
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ανακατάταξη η [anakatátaksi] Ο33 : 1.νέα κατάταξη με βάση καινούριες αρχές ή νεότερα στοιχεία: Φημολογούνται ανακατατάξεις στους κόλπους του κυβερνώντος κόμματος. 2. (στρατ.) η εθελοντική παράταση της στρατιωτικής θητείας ή η νέα κατάταξη στις τάξεις του στρατεύματος: ~ δοκίμων.

[λόγ. ανα- κατάταξις (-σις > -ση), μτφρδ.: 1: γαλλ. rarrengement· 2: γαλλ. rangagement]

[Λεξικό Γεωργακά]
ανακατάταξη [anakatátaksi] η, gen ανακατατάξεως, pl ανακατατάξεις
  • ① change:
    • μεγάλη ~ των πληθυσμών, των λαών |
    • κοινωνικές ανακατατάξεις |
    • περίοδος γενικώτερων ανακατατάξεων στους τομείς της τέχνης και της επιστήμης (Stamelos) |
    • η λαϊκή τέχνη υποχωρεί όσο η εκβιομηχάνιση προχωρεί σε βαθιές ανακατατάξεις .. μέσα στον ίδιο το λαό (Theodorakis)
  • ⓐ polit reorganization (syn αναδιάρθρωση):
    • η ~ των κομμάτων |
    • η ~ της ιεραρχίας των δυνάμεων του κόμματος |
    • οι ραγδαίες πρόοδοι .. θα προκαλέσουν ανατροπές και ανακατατάξεις (Chatzinis) |
    • ανακατατάξεις και νέες εξισορροπίσεις των δυνάμεων στην επιφάνεια της οικουμένης (Papanoutsos)
  • ⓑ milit reenlistment:
    • ~ εφέδρων
  • ⓒ anthropol redistribution, resorting:
    • ~ γονιδίων
  • ⓓ build. rearrangement:
    • έγιναν ανακατατάξεις στο όλο συγκρότημα οικοδομών, συμπληρώσεις κλ (Varelas)
  • ② rearrangement (of values), reordering, reevaluation (near-syn αναθεώρηση, επανεκτίμηση):
    • λογική ~ |
    • ολική ~ της επιστημονικής μεθοδολογίας |
    • εσωτερικές, μεθοδολογικές, αξιολογικές ανακατατάξεις |
    • διαχώριση και ~ των θεμάτων |
    • ~ στους συλλογισμούς |
    • ~ των πνευματικών αξιών (της ζωής) |
    • οι αισθήσεις μας προχωρούν σε νέες ανακατατάξεις, σε νέους συσχετισμούς (Mourelos) |
    • οι εξωτερικές ανακατατάξεις δημιουργούν και μέσα στη δική του συνείδηση ανακατατάξεις (Panagiotop)

[fr kath ανακατάταξις (Koumanoudis), cpd w. (K, PatrG) κατάταξις ← AG]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go