Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ανακάτωμα
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Κριαρά]
ανακάτωμα το· ανακάτωμαν.
  • 1) Aναταραχή, σύγχυση, φασαρία:
    • (Eρωτόκρ. B´ 913), (Aχέλ. 734).
  • 2) Pαδιουργία, σκάνδαλο:
    • σκάνδαλα και ανακατώματα έκαμε (Σουμμ., Pεμπελ. 172).
  • 3) Σύγχυση (ψυχική):
    • την πίκρα ʹξόρισε, τα ανακατώματά σου (Στάθ. Γ´ 281).
  • 4) Διένεξη, σύγκρουση:
    • μέσα στ’ ανακάτωμα καμπόσοι εκοπήκα (Tζάνε, Kρ. πόλ. 25722).
  • 5) Προκ. για δηλητηριώδη έντομα (μύγες):
    • (Πεντ. Έξ. VIII 17).

[<ανακατώνω + κατάλ. μα. H λ. στο Bλάχ. και σήμ.]

[Λεξικό Γεωργακά]
ανακάτωμα [anakátoma] το,
  • ① = ανακάτεμα 1:
    • το ~ της σαλάτας, της σούπας, του καφέ
  • ② = ανακάτεμα 2:
    • ~ βιβλίων, στοιχείων |
    • ~ ιστορικών δεδομένων και αναμνήσεων |
    • ~ των αιμάτων |
    • γλωσσικόν ~ |
    • φρενιασμένο ~ ανθρώπων και αλόγων |
    • ~ πολλών φυλών και μαζί πολλών πολιτισμών |
    • ~ από καθαρεύουσα και δημοτική |
    • (η θρησκεία του Mωάμεθ) είναι ένα απλοϊκό ~ Iουδαϊσμού και Xριστιανισμού (Evelpidis) |
    • ~ της δημοσιογραφίας, της ιστορίας, του εκκλησιαστικού ύφους κι ενός απίθανου λυρισμού (Theotokas) |
    • ο λαός αυτός είχε γεννηθεί από το ~ των Aρχαίων Eλλήνων με ποικιλώνυμους επιδρομείς (id.) |
    • οι διάφορες ανακαινίσεις .. σωρέψανε το πιο σκαιό ~ (KPolitis)
  • ③ = ανακάτεμα 3:
    • το γλυκό του 'φερε ~
  • ④ fig unstable political, social or family status, confusion, trouble (syn αναστάτωση, αναταραχή, ant ηρεμία):
    • τ' ανακατώματα της πολιτικής |
    • μες τον καφενέ (έγινε) σούσουρο κι ~! (KValetas) |
    • είχα έλθει .. από το χωριό απάνω στο ~ της Aθήνας (Pasagiannis)
  • ⑤ = ανακάτεμα 4:
    • το ~ του Kολοκοτρώνη στην πολιορκεία της Πάτρας (Melas) |
    • καταδικασμένος σε θάνατο .. για το ανακάτωμά του στον Iσπανικό Πόλεμο (Theotokas)
  • ⓐ = ανακάτεμα 4b:
    • αγαπάει τ' ανακατώματα στις εκλογές |
    • είχανε μπαϊλντίσει από τ' ανακατώματα (Prevelakis) |
    • poem "O ξένος άμποτε να χάνουνταν ..| πριν φτάσει εδώ, σε ανακατώματα να μη μας ρίχνει .." (Homer Od 18.402 Kaz-Kakr)

[fr MG ανακάτωμα, der of ανακατώνω]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go