Combined Search
| 2 items total [1 - 2] | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αναδρομικότητα η [anaδromikótita] Ο28 : η ιδιότητα του αναδρομικού, συνήθ. όταν αναφερόμαστε σε αναδρομική εφαρμογή νόμου.
[λόγ. αναδρομικ(ός) -ότης > -ότητα]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αναδρομικότητα [ana∂romikótita] η, (L)
- ① the fact of sth being retroactive, retroactivity:
- η ~ του νόμου (syn αναδρομική ισχύς του νόμου)
[neol (Koumanoudis), prob built on Fr. retroactivité (19th c.)]
- ① the fact of sth being retroactive, retroactivity:



