Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αναδημιουργικά
1 item total
[Λεξικό Γεωργακά]
αναδημιουργικά [ana∂imiuryiká] adv
  • in a re-creating way:
    • ο Σολωμός είχε αφομοιώσει την ουσία της πραγματείας του Dante βαθιά και ~ (Karouzos)

[der of αναδημιουργικός]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go