Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αναδημιουργικά [ana∂imiuryiká] adv
- in a re-creating way:
- ο Σολωμός είχε αφομοιώσει την ουσία της πραγματείας του Dante βαθιά και ~ (Karouzos)
[der of αναδημιουργικός]
- in a re-creating way:



