Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αναγκαία
1 item total
[Λεξικό Γεωργακά]
αναγκαία [anaŋɟéa] adv
  • necessarily, indispensably (syn κατανάγκη):
    • τα κεφάλαια του κάθε μέρους δεν ακολουθούν ~ μια χρονική τάξη (Dimaras) |
    • η απολίθωση της τέχνης θα οδηγούσε ~ στο μαρασμό και τον αφανισμό της (Andronikos) |
    • οι ιδέες, που η ομορφιά και η αρμονία ξυπνούν μέσα στην ψυχή μας, μας αρέσουν ~ και άμεσα (Papanoutsos) |
    • η κρίση που διατυπώνει ο κρίνων δεν επιβάλλεται ~ μόνο στον εαυτό του (Tatakis)

[der of αναγκαίος]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go