Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ανάπλους
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ανάπλους ο [anáplus] Ο16 : (λόγ.) η ανάπλευση.

[λόγ. < αρχ. ἀνάπλους]

[Λεξικό Γεωργακά]
ανάπλους [anáplus] ο, (L)
  • sailing upstream (ant L κατάπλους)

[fr MG ανάπλους (Malalas) ← AG ἀνάπλους]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες