Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αμπελοφιλοσοφώ
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αμπελοφιλοσοφώ [ambelofilosofó] Ρ10.9α : αναπτύσσω θεωρίες με σοβαροφανή και κοινότοπα επιχειρήματα.

[λόγ. αμπελοφιλόσοφ(ος) -ώ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες