Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αμμοθεραπεία
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αμμοθεραπεία η [amoθerapía] Ο25 : η θεραπεία διάφορων παθήσεων με αμμόλουτρα.

[λόγ. αμμο- + -θεραπεία]

[Λεξικό Γεωργακά]
αμμοθεραπεία [amoθerapía] η, med
  • treatment w. sand baths, ammotherapy, psammotherapy (syn θεραπεία με αμμόλουτρα)

[cpd w. θεραπεία]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go