Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αμβλύωπας
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αμβλύωπας ο [amvlíopas] Ο5 : (ιατρ.) αυτός που πάσχει από αμβλυωπία.

[λόγ. < αρχ. ἀμβλυ(ωπός) μεταπλ. αμβλύ(ωψ) -ωπας κατά το μύωψ > μύωπας]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες