Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- αλλούθε, επίρρ.,
- βλ. αλλόθεν.
[Λεξικό Γεωργακά]
- αλλούθε [alúθe] adv
- ① to another place (syn αλλού B1, κατ' αλλού):
- πηγαίνει ~ |
- τράβα ~ |
- γυρίζει ~ το πρόσωπο |
- poem κι αν έχομε τα μάτια μας ~ γυρισμένα (Malakasis)
- ② from another place (syn απ' αλλού [s. αλλού C1]) also w. prep από:
- ήρθε ~ or απ' ~ η επιδημία, ο κίνδυνος
- ⓐ fig from another person or source (syn από άλλο μέρος, απ' αλλού [αλλού C2]):
- ~ περίμενα τη βοήθεια κι ~ ήρθε |
- ξέραμε την είδηση και ~ |
- idiom phr ~ ρέει το βουτσί sth derives from another person or from another cause
[fr αλλού by anal. of εκείθε ← εκείθεν, πούθε ← πόθεν etc; or fr MG αλλόθεν (as αυτούθε fr αυτόθεν) w. anal. interference of αλλού; cf dial ModG αλλούθεν, -θενε, -θενες]
- ① to another place (syn αλλού B1, κατ' αλλού):