Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αλληλοσεβασμός
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αλληλοσεβασμός ο [alilosevazmós] Ο17 : αμοιβαίος σεβασμός και εκτίμηση μεταξύ δύο προσώπων.

[λόγ. αλληλο- + σεβασμός]

[Λεξικό Γεωργακά]
αλληλοσεβασμός [alilosevazmós] ο,
  • mutual respect:
    • ~ των δύο φύλων |
    • ανάμεσα στους γιατρούς και στους νοσοκόμους μας παρατηρούμε πως λείπει κάποτε η ενότητα κι ο ~ (EKazantz transl of Chou En-lai)

[cpd w. σεβασμός]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go