Παράλληλη αναζήτηση
| 2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αλληλοκατηγορία η [alilokatiγoría] Ο25 (συνήθ. πληθ.) : αμοιβαία κατηγορία, κατηγορία του ενός εναντίον του άλλου.
[λόγ. αλληλο- + κατηγορία]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αλληλοκατηγορία [alilokatiγoría] η, (L)
- mutual accusation (syn αμοιβαία κατηγορία):
- επακολούθησαν οι συνηθισμένες αλληλοκατηγορίες και αντεγκλήσεις (Christidis)
[cpd w. κατηγορία]
- mutual accusation (syn αμοιβαία κατηγορία):



