Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αλλαχού
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Κριαρά]
αλλαχού, επίρρ.
  • (Προκ. να δηλωθεί κατεύθυνση προς πρόσωπο) αλλού:
    • Eιδέ και αλλαχού ποθείς, ου μη σε αναγκάσω (Διγ. Z 1709).

[αρχ. επίρρ. αλλαχού. H λ. και σήμ. ιδιωμ.]

[Λεξικό Γεωργακά]
αλλαχού [alaxú] adv (L)
  • in another place, elsewhere (syn αλλού):
    • αυτά συμβαίνουν και ~ |
    • να συμμετέχη και αυτός στο κύμα της Aναγεννήσεως που επικρατούσε στη Γερμανία και ~ (Papatsonis) |
    • ετούτη η χλιδή η δουλεμένη, ετούτες οι ψυχές οι καλοδουλεμένες στην πίστη και στα έργα της πίστης δεν είναι πράματα που βλέπουνται ούτε συναντιούνται ~ (id.)
  • ⓐ in other passages (in references made):
    • βλέπε (το βιβλίο του τάδε στις) σελίδες 142, 147, 383, 385 και ~

[fr MG αλλαχού ← K (pap 2nd, 6th c. AD) ← AG]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες