Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αλιάετος
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αλιάετος ο [aliáetos] Ο20 : μεγάλο αρπακτικό πτηνό, ο αετός των θαλασσών· θαλασσαετός.

[λόγ. < αρχ. ἁλιάετος]

[Λεξικό Γεωργακά]
αλιάετος [aljáetos] ο, (& αλιαετός) (L) zoo
  • sea eagle, an eagle of the genus Haliaetus, usu Haliaetus albicilla, white tailed sea eagle; also the osprey Pandion haliaetus:
    • αλλού ο θαλάσσιος αετός, ο ~ και το δελφίνι (Papatsonis)

[fr AG ἁλιάετος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες