Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αλεπουδίτσα [alepu∂ítsa] η,
- little fox, fox cub (syn in αλεπόπουλο):
- poem πασπατευτά μια ρούσα πρόβαλε στα θάμνα ~ (Kazantz Od 20.686)
[der of αλεπού, fr stem of pl αλεπούδ-ες, w. suff -ίτσα]
- little fox, fox cub (syn in αλεπόπουλο):



