Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ακροποταμιά
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ακροποταμιά η [akropotamná] Ο24 : η όχθη του ποταμιού: Οι γυναίκες του χωριού κατέβαιναν στην ~ να πλύνουν τα ρούχα.

[ακρο- 1 + ποταμιά]

[Λεξικό Γεωργακά]
ακροποταμιά [akropotamjá] η,
  • ① edge of a river, riverbank (syn ακροποτάμι, ακροπόταμο, όχθη [ποταμού]):
    • στη δεξιά ~ |
    • στην άλλη ~ |
    • μια γέφυρα ζώνει τις δυο ακροποταμιές |
    • πράσινη or χλοϊσμένη ~ |
    • λουλούδια στην ~ |
    • πυκνή βλάστηση στις ακροποταμιές |
    • η ~ είναι γεμάτη αμμουδιά |
    • από την ~ καμιά φωνή πια δεν ακούγεται (Vlachogiannis) |
    • σα δυο πόρνες ήταν ξαπλωμένες στην ~ τα Σόδομα και Γόμορα (Kazantz) |
    • μαζευτήκαμε κάμποσοι στην ~ και κοιτάζομε το νερό που κυλάει (Vlachos) |
    • poem των όλων τα προβλήματα, νυχτόπλεχτα γαϊτάνια |...| να τα ξεπλέξω αφήστε με και να τα ψάξω πέρα | στην πράσινη ~ |
    • μονάχα που πηγαίνει κλαίγοντας ολοένα | σαν τις ιτιές στην ~ που βλέπεις απ' το τρένο (Seferis) |
    • στην ~ αλάφι ζωγραφίζει | που σκύφτει τα νερά να πιη τα κρυσταλλένια (Krystallis) |
    • στον καλαμιώνα τον πυκνό της ακροποταμιάς | οι ραγισμένοι εσώπασαν αυλοί, σπασμένοι τώρα (Malakasis) |
    • κι όλοι μεμιά | έκραξαν οι κρυφοί βατράχοι | εκεί στην ~ (Fteris)
  • ② stretch of land along the riverbank, riverfront, riverside (syn τα μέρη κοντά στην όχθη, παραποτάμια έκταση):
    • κατοικούν στις ακροποταμιές |
    • λιβάδι στην ~ river meadow |
    • κατσίκια και πρόβατα κατηφορίζουν στις ακροποταμιές |
    • θαύμασε το δάσος που σκέπαζε τις δύο ακροποταμιές, τόσο πυκνό (Karagatsis) |
    • poem και Δαλματοί και Xάζαροι κι από τη Bιθυνία | Σκλαβούνοι, κι ακροποταμιών κι ακρολιμνιώ σκηνίτες (Palam)

[fr *ακροποταμία, cpd of άκρος & ποταμός w. suff -ία; cf ποταμιά fr ποταμία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες