Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ακρολοφία
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
ακρολοφία [akrolofía] η, (L) anat
  • crest:
    • ηβική ~ pubic crest |
    • κνημιαία ~ crest of the tibia |
    • dent. crest

[fr K ἀκρολοφία 'mountain ridge, hilly country', der of K ἀκρόλοφος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες