Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ακατάστρωτος -η -ο [akatástrotos] Ε5 : για κτ. που δεν το έχουν καταστρώσει, που δεν είναι καταστρωμένο· για σχέδιο, πρόγραμμα που δεν το έχουν μελετήσει και προετοιμάσει.
[λόγ. α- 1 καταστρω- (δες καταστρώνω) -τος]



