Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ακανθόχοιρος
3 items total [1 - 3]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ακανθόχοιρος ο [akanθóxiros] Ο20α : (λόγ.) σκαντζόχοιρος.

[λόγ. < ελνστ. ἀκανθόχοιρος]

[Λεξικό Κριαρά]
ακανθόχοιρος ο· ’κανθόχοιρος.
– Βλ. και σκαντζόχοιρος.
  • Σκαντζόχοιρος:
    • (Φυσιολ. (Legr.) 467
    • ο άνθρωπος ώσπερ ’κανθόχοιρος σφαιροειδής εν τῳ τάφῳ ηκοντίζετο (Δούκ. 9110‑11).

[μτγν. ακανθόχοιρος (DGE· βλ. και LBG). Για τον τ. βλ. Psaltes 1913: 8]

[Λεξικό Γεωργακά]
ακανθόχοιρος [akanθó iros] ο, (L) zoo
  • hedgehog, Erinaceus europaeus:
    • poem μου μιλάει ...|... για την καρδερίνα |
    • που έγινε ~ (Decavalles)

[fr MG ← K ἀκανθόχοιρος (Hesych, Souda); cf σκαντζόχοιρος]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go