Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αιμοκαλλιέργεια
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αιμοκαλλιέργεια η [emokaliérjia] Ο27 : (ιατρ.) επιστημονική έρευνα των μικροβίων, συνήθ. παθογόνων, που υπάρχουν στο αίμα με τεχνητό πολλαπλασιασμό τους έξω από τον οργανισμό.

[λόγ. αιμο- + -καλλιέργεια μτφρδ. γαλλ. hémoculture (hémo- = αιμο-)]

[Λεξικό Γεωργακά]
αιμοκαλλιέργεια s. αιματοκαλλιέργεια.
< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go