Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αηδιαστικότητα
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αηδιαστικότητα [ai∂iastikótita] η,
  • fulsomness

[der of αηδιαστικός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες