Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αδιαβροχοποίηση
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αδιαβροχοποίηση η [aδiavroxopíisi] Ο33 : κατεργασία με την οποία γίνεται ένα υλικό αδιάβροχο: ~ υφάσματος / δέρματος.

[λόγ. αδιαβροχοποιη- (αδιαβροχοποιώ) -σις > -ση]

[Λεξικό Γεωργακά]
αδιαβροχοποίηση [a∂iavroxopíisi] η,
  • waterproofing.
< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go