Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αγροκαλλιέργεια
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αγροκαλλιέργεια η [aγrokaliérjia] Ο27 : η καλλιέργεια των χωραφιών.

[λόγ. αγρο- + -καλλιέργεια]

[Λεξικό Γεωργακά]
αγροκαλλιέργεια [aγrokaliéryia] η, (L)
  • cultivation of fields, farming, agriculture (syn γεωργία)

[cpd w. καλλιέργεια]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go