Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αγριαπιδιά
3 εγγραφές [1 - 3]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αγριαπιδιά η [aγriapiδjá] Ο24 : η αγριαχλαδιά.

[μσν. αγριαπιδία με συνίζ. για αποφυγή της χασμ. < αγρι(ο)- + απιδία > απιδιά]

[Λεξικό Κριαρά]
αγριαπιδία η.
  • Άγρια αχλαδιά:
    • (Mπερτόλδος 9).

[<ουσ. αγριαπιδέα (11. αι., LBG) <επίθ. άγριος + ουσ. απιδέα. T. αγραπιδία το 12. αι. (LBG) και σήμ. ιδιωμ. (IΛ). T. ιά σήμ.]

[Λεξικό Γεωργακά]
αγριαπιδιά [aγriapi∂já] η, (dial & lit αγραπιδιά) bot
  • ① a kind of wild pear, Pyrus amygdaliformis (syn αγριαχλαδιά, γκορτσιά):
    • μόνον η ξελογιασμένη ~ έχει βιαστή να πλέξη το λευκό της ειδύλλιο... παντρεύεται ανήμερα το Πάσχα (Athanasiadis-N) |
    • poem στον απάνεμο ήλιο | τ' ανθορρόημα μιας αγραπιδιάς (Sikel) |
    • βόσκουν τ' αρνάκια στη γαλήνη | πλάι στη σπασμένη ~, | τ' ογρό χορτάρι κλ (Agras)
  • ② linden, lime, Tilia vulgaris (or intermedia)

[earlier & dial αγριαπιδέα ← cpd of αγρία απιδέα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες