Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αγιογράφηση
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αγιογράφηση η [ajioγráfisi] Ο33 : η διακόσμηση χριστιανικού ναού με θρησκευτικές παραστάσεις: Έρανος για την ~ του ιερού ναού.

[λόγ. αγιογραφη- (αγιογραφώ) -σις > -ση]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες