Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αβράδιαστα
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αβράδιαστα [avrá∂jasta] adv
  • at a time before nightfall.
< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες