Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- αβγοτάριχον το· αβγοτάραχον.
-
- Aβγοτάραχο:
- πωρινά αβγοτάριχα διά την ανορεξίαν (Προδρ. IV 326).
[<μτγν. ουσ. ωοτάριχον (Georgacas 1978: 170-78). Ο τ. και σήμ. (‑ο). H λ. και στο LBG (αυγο‑)]
- Aβγοτάραχο: