Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αβγατιστή [avγatistí] η,
- jumping game (syn αβγατιστής) .
[Λεξικό Γεωργακά]
- αβγατιστής [avγαtistís] ο,
- ① one who increases, enlarges
- ② gym jumping game (syn αυξητή, αβγατιστή [s. αβγατιστός], βαρελάκια) .