Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αβάλη
1 item total
[Λεξικό Γεωργακά]
αβάλη [aváli] η,
  • bay:
    • τρόγυρα στην ~ τα βράχια κοκκινίζανε, κάποιο πανί βολτάριζε για να μπη στο λιμάνι (KPolitis) |
    • poem κ' έχω αγναντέψει πάλι |...| μια βαθιάν | ολόφωτην ~ (Sikel).
< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go