Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- έστωσαν [éstosan] ως επίρρ. : (λόγ., για περισσότερα από ένα) έστωI2: ~ οι αριθμοί 2 και 3.
[λόγ. < αρχ. ἔστωσαν, γ' πληθ. πρόσ. προστ. του ρ. εἰμί]
Ένα εγχείρημα του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας για την υποστήριξη της ελληνικής γλώσσας στη διαχρονία της: αρχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, νέα ελληνική αλλά και στη συγχρονική της διάσταση.
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[λόγ. < αρχ. ἔστωσαν, γ' πληθ. πρόσ. προστ. του ρ. εἰμί]
| © 2006 - 2008 Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας | Δικαίωμα Πνευματικής Ιδιοκτησίας | Όροι Χρήσης |