Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: έμψυχα
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
έμψυχα, επίρρ.
  • Με ζωηρότητα:
    • παίξε … έμψυχα το καλάμιν (Λόγ. παρηγ. O 214).

[<επίθ. έμψυχος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες