Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: άγγιχτα
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Γεωργακά]
άγγιχτα [áŋɟixta] adv
  • without touching:
    • πέρασε ~ από κοντά μου.
[Λεξικό Γεωργακά]
αγγιχτά [aŋɟixtá] adv
  • touchingly (syn μ' επαφή, ακουμπιστά) .
< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες