Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: Σεραφείμ
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
Σεραφείμ το [serafím] Ο (άκλ.) : (εκκλ.) α. (πληθ.) ονομασία ενός από τα τάγματα των αγγέλων: Tα Xερουβείμ και τα ~. β. καθένας από τους αγγέλους που ανήκουν στο τάγμα των Σεραφείμ.

[λόγ. < ελνστ. τό Σεραφείμ < οἱ Σεραφείμ < εβρ. Seraphim]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go