Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: Ναζαρηνός
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
Ναζαρηνός ο.
  • Ο κάτοικος της Ναζαρέτ ή αυτός που κατάγεται από εκεί (προκ. για τον Ιησού):
    • (Μάξιμ. Καλλιουπ., Κ. Διαθ. Μάρκ. ιδ́ 67).

[μτγν. εθν. Ναζαρηνός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες