Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- Ελληνοκύπριος ο [elinokíprios] Ο19 θηλ. Ελληνοκύπρια [elinokípria] Ο27α & (λόγ.) Ελληνοκυπρία [elinokipría] Ο25α : ο Έλληνας της Kύπρου (συνήθ. σε αντιδιαστολή προς το Tουρκοκύπριος). || (ως επίθ.).
[λόγ. ελληνο- + Kύπριος, Kύπρια, Kυπρία]



