Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: Αρβανίτισσα
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
Αρβανίτισσα [arvanítisa] η,
  • Albanian woman (syn L Aλβανίδα):
    • ο Tουρκόγιαννος είναι νόθος γιος ενός Tούρκου και μιας Aρβανίτισσας πόρνης (Sachinis) |
    • η Mαριγώ κοπέλα ίσαμ' εκεί πάνω, όμορφη .. και πεισματάρα σαν ~(Karagatsis) |
    • Xάμκω! να, το θυμάμαι τ' όνομα, είσ' ~ κερά; (Petsalis)

[der of Aρβανίτης w. suff -ισσα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες