Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: Αλσατός
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
Αλσατός [alsatós] ο, Aλσατή [alsatí] η,
  • inhab of Alsace, Alsatian:
    • οι Aλσατοί μιλούν γερμανικά και η καρδιά τους είναι γαλλική (Ouranis).
< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες